Μοναδική χώρα στη Μεσόγειο η Ελλάδα που θα αυξήσει σημαντικά την παραγωγή εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου
Με τη δεύτερη θέση «φλερτάρει» για πρώτη φορά φέτος η Ελλάδα στην παραγωγή του ελαιολάδου μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εκτίμηση αυτή προκύπτει από τα στοιχεία της Κομισιόν και των ευρωπαϊκών αγροτικών και συνεταιριστικών οργανώσεων Copa – Gogeca.
Η Ελλάδα αναμένεται να είναι φέτος η μοναδική χώρα στη Μεσόγειο που θα αυξήσει σημαντικά την παραγωγή του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου. Αντίθετα, οι ανταγωνίστριες χώρες Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία έχουν μεγάλες μειώσεις της παραγωγής τους από πέρυσι, λόγω των επιπτώσεων των υψηλών θερμοκρασιών και της ξηρασίας, που σε πανευρωπαϊκό επίπεδο υπολογίζονται μεσοσταθμικά σε 35%.
Όπως αναφέρουν πληροφορίες η Ελλάδα φέτος αναμένεται να ξεπεράσει σε σημαντικό βαθμό την περυσινή παραγωγή των 227.000 τόνων, αφού φαίνεται πως σπάει το «φράγμα» των 300.000 τόνων και ανεβαίνει στη δεύτερη θέση των ελαιοπαραγωγών χωρών της Ε.Ε. με ένα ποσοστό αύξησης 29%.
Την ίδια στιγμή, οι εκτιμήσεις για την Ιταλία τη ρίχνουν στην τρίτη θέση, με μείωση 30%, που μεταφράζεται σε περίπου 220.000 τόνους. Ιδιαίτερα προβληματικές είναι οι εκτιμήσεις για τη φετινή παραγωγή της Ισπανίας (-40%), καθώς ναι μεν διατηρεί τα σκήπτρα της ως πρώτη δύναμη στην Ε.Ε., αλλά πέφτει στους περίπου 890.000 τόνους, από 1.488 χιλιάδες τόνους που παρήγαγε πέρυσι.
Τέλος, στην Πορτογαλία, μετά από μια χρονιά-ρεκόρ, αναμένεται εξίσου μεγάλη μείωση της παραγωγής (-40%), που φέρνει τους εκτιμώμενους όγκους του ελαιολάδου περίπου στους 82.000 τόνους. Πρόκειται για επίδοση που, αν επαληθευτεί, θα είναι η χειρότερη της τελευταίας πενταετίας για τη χώρα.
Ως προς το μέλλον
Βέβαια, όλα αυτά δεν αναιρούν τα στοιχεία που δημοσιεύσαμε προ ημερών (με βάση σχετική έρευνα της “Καθημερινής”), ως προς τη μελλοντική απειλή της Τυνησίας ή και της Τουρκίας απέναντι στη δική μας παραγωγή. Διότι, μπορεί φέτος τα δεδομένα να αλλάζουν, αλλά σε γενικές γραμμές η τρίτη θέση που είχε μέχρι τώρα η Ελλάδα, και που θεωρητικά θα εξακολουθήσει να έχει και από του χρόνου, μπορεί και να κατακτηθεί από άλλες χώρες, που διαρκώς φυτεύουν ελαιόδεντρα και αυξάνουν την παραγωγή τους.
Οι θεομηνίες συνεχίζονται
Την ίδια ώρα, σε όλες σχεδόν τις Μεσογειακές χώρες η αγωνία και η ανησυχία για στην ερχόμενη ελαιοπαραγωγή, αλλά και για τις εξελίξεις στην κατανάλωση ελαιολάδου δεν έχουν σταματήσει. Και αυτό γιατί, όπως είναι φυσικό, από τις εξελίξεις αυτές θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό το ύψος των τιμών παραγωγού αλλά και καταναλωτή, σύμφωνα με όσα αναφέρει σε κείμενό του στην ιστοσελίδα του ΣΕΔΗΚ ο επιστημονικός συνεργάτης του φορέα, γνωστός γεωπόνος Νίκος Μιχελάκης.
Επίκεντρο του ενδιαφέροντος από πλευράς παραγωγής είναι οι εξελίξεις στην παραγωγή της Ισπανίας, η οποία, ενώ υπό κανονικές συνθήκες αποτελεί σχεδόν το μισό της παγκόσμιας, φέτος φαίνεται να είναι αρκετά μειωμένη. Και αυτό γιατί, ενώ έχει ήδη υποστεί σημαντικές ζημιές κατά την άνθιση από καύσωνες, διέρχεται μια ακόμη δοκιμασία λόγω της συνεχιζόμενης ξηρασίας.
Από την άλλη πλευρά, το ενδιαφέρον για την κατανάλωση, ιδίως στις ευρωπαϊκές χώρες, επικεντρώνεται στις επιπτώσεις στην οικονομία των νοικοκυριών από την ενεργειακή κρίση.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στην Ισπανία η ανησυχία για τη συνεχιζόμενη ξηρασία αρχίζει να μετριάζεται από τις ελπίδες που παρέχει η μετεωρολογική πρόβλεψη για επικείμενες καταιγίδες. Όμως, δεν παύει να υπάρχει κάποια σημαντική αβεβαιότητα για την ερχόμενη ελαιοπαραγωγή.
Πρόσφατα, σύμφωνα με έρευνα μεγάλης ισπανικής ιστοσελίδας, οι εκτιμήσεις των μεγάλων αγροδιατροφικών οργανώσεων της χώρας έχουν ως έξης: Ισπανία 1.150.000 τόνοι, Πορτογαλία 150.000, Ιταλία 260.000, Τυνησία 240.000, Ελλάδα 310.000, Τουρκία 280.000, υπόλοιπες χώρες 450.000 και συνολικά σε επίπεδο κόσμου 2.830.000 τόνοι, που είναι 21% χαμηλότερη από την παραγωγή 2021/22.
«Τελικά, σύμφωνα με την ιστοσελίδα, θα πρέπει να αναμένουμε και τις εκτιμήσεις του υπουργείου Γεωργίας και της Περιφέρειας της Ανδαλουσίας κατά τις επόμενες εβδομάδες, για να έχουμε καλύτερες πληροφορίες. Πάντως, τα δεδομένα στις χώρες της Μεσογείου, σύμφωνα με εμπορικούς φορείς, δε θα αντισταθμίσουν τη χαμηλότερη ισπανική παραγωγή, αφού εκτός από την Ελλάδα και την Τουρκία, που μέχρι σήμερα φαίνεται να έχουν αυξημένη παραγωγή, οι υπόλοιπες χώρες έχουν περίπου ίδια ή και χαμηλότερη», γράφει, μεταξύ των άλλων, ο Νίκος Μιχελάκης.