Κόσμος

Το μεγάλο κόλπο: Ο ληστής που έγινε λαϊκός ήρωας και τα 2,5 εκατ. ευρώ που ψάχνουν μέχρι σήμερα

Ένας οδηγός χρηματαποστολής έκλεψε εκατομμύρια ευρώ και έγινε λαϊκός ήρωας. Ένα μέρος του χρηματικού ποσού από τα κλεμμένα δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.

Η μεγαλύτερη ληστεία της δεκαετίας συνέβη στη Γαλλία στις 28 Αυγούστου. Ένοπλοι ληστές επιτέθηκαν στο θωρακισμένο βαν μίας χρηματαποστολής της εταιρείας Loomis, μπροστά από το υποκατάστημα της Τράπεζα της Γαλλίας στη Λιόν. Φαίνεται πως είχαν καταφέρει να μάθουν τον κωδικό, άνοιξαν σαν… κύριοι την πόρτα του βαν και εξαφανίστηκαν με εννέα εκατομμύρια ευρώ! Αυτό το περιστατικό θύμισε αρκετά τη ληστεία που έγινε στην ίδια πόλη το 2009. Τότε, μερικά εκατομμύρια ευρώ έκαναν «φτερά» από την Τράπεζα της Γαλλίας και μάλιστα από θωρακισμένο βαν χρηματαποστολής της ίδιας εταιρείας.

Το μεγάλο κόλπο

Στις 5 Νοεμβρίου 2009 στη Λιόν ήταν μια βροχερή μέρα. Στις εννέα περίπου το πρωί, ένα θωρακισμένο βαν Mercedes έφτασε σε ένα υποκατάστημα της Τράπεζας της Γαλλίας. Οι υπεύθυνοι της χρηματαποστολής βγήκαν από το όχημα και φόρτωναν σάκους με χρήματα. Όταν επέστρεψαν, πλέον υπήρχαν 11,6 εκατομμύρια ευρώ στο όχημα.

Αυτή όμως ήταν μόνο η πρώτη στάση στη διαδρομή τους. Δέκα λεπτά αργότερα, η χρηματαποστολή σταμάτησε στη Rue-Paul-Duvivier όπου βρισκόταν ο επόμενος πελάτης. Αυτή τη φορά, δύο από τους άνδρες της χρηματαποστολής μπήκαν στο κτίριο. Όταν επέστρεψαν, τους περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη: το βαν με πολλά εκατομμύρια ευρώ και ο οδηγός είχαν εξαφανιστεί!

Τρεις ώρες αργότερα, ένα άδειο θωρακισμένο βαν βρέθηκε σε ένα κοντινό δρομάκι. Οι πόρτες του ήταν ορθάνοιχτες, ο κινητήρας λειτουργούσε και οι υαλοκαθαριστήρες καθάριζαν το παρμπρίζ. Ο δράστης είχε καταφέρει να ξεφορτώσει τα χρήματα και να εξαφανιστεί πριν από την άφιξη της αστυνομίας.

Ο κύριος ύποπτος ήταν ο εξαφανισμένος οδηγός, ο 39χρονος Γάλλος -σερβικής καταγωγής- Τόνι Μουσούλιν. Σίγουρα γνώριζε ότι δεν μπορούσε να επιστρέψει στο διαμέρισμά του. Μέχρι το βράδυ, τα μέσα ενημέρωσης, οι συνοριοφύλακες και η αστυνομία των γειτονικών χωρών είχαν τις φωτογραφίες του.

Οι ξακουστοί συμμορίτες της Λιόν

Οι μεγάλες ληστείες δεν ήταν κάτι καινούριο για την αστυνομία της Λιόν. Οι τοπικές εγκληματικές οργανώσεις προτιμούσαν τις ληστείες σε τράπεζες και οχήματα χρηματαποστολών. Τη δεκαετία του 1970, η συμμορία των ληστών της Λιόν ήταν γνωστή σε όλη τη Γαλλία και -μέχρι τη δεκαετία του ’90- κάθε χρόνο στην πόλη σημειώνονταν 10 με 20 μεγάλες ληστείες. Οι τραπεζίτες ηρέμησαν μόνο στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν αρκετοί εγκληματίες της Λιόν ασχολήθηκαν με τα ναρκωτικά.

«Η κουλτούρα της ένοπλης ληστείας στην πόλη της Λιόν και η περιοχή Ρον-Αλπ είναι πολύ ισχυρή όσο σχεδόν πουθενά αλλού στη χώρα» ισχυριζόταν ο Γιαν Σουρίσο, αστυνομικός του τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος.

Όμως, η συγκεκριμένη υπόθεση είχε σημαντικές διαφορές από μια τυπική ληστεία. Προφανώς, ο δράστης είχε δράσει μόνος του και δεν ανήκε σε καμία από τις συμμορίες. Ταυτόχρονα, κατάφερε να αρπάξει ένα τεράστιο χρηματικό ποσό χωρίς να χρησιμοποιήσει κανένα όπλο, βία ή ακόμη και απειλές. Ήταν μια διαφορετική υπόθεση.

Ποιος ήταν ο δράστης;

Δεν γνωρίζουμε τίποτα για τα νεανικά χρόνια του Τόνι Μουσούλιν επειδή ποτέ δεν μιλούσε για το παρελθόν του. Οι γονείς του ήταν μετανάστες από τη Γιουγκοσλαβία, ενώ ο ίδιος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γαλλία. Αρχικά εργαζόταν ως υπάλληλος ασφάλειας σε καζίνο, στη συνέχεια ως φύλακας σε ακριβές μπουτίκ και το 1999 τον προσέλαβαν στην εταιρεία Loomis ως συνοδό χρηματαποστολής.

Οι συνάδελφοί του είχαν υποψίες ότι δεν ήταν πάντα ένας απλός οδηγός. Παρά τον ταπεινό του μισθό, είχε 14 τραπεζικούς λογαριασμούς, μερίδιο σε μεσιτικό γραφείο και μια πανάκριβη Ferrari. Ο Μουσούλιν έλεγε ότι εξοικονομούσε τα χρήματα για ένα τόσο καλό αυτοκίνητο όλη του τη ζωή, επειδή λάτρευε την ταχύτητα.

Για την αγάπη του για την ταχύτητα πάντως δεν έλεγε ψέματα. Κατά καιρούς, οι φρουροί χρηματαποστολών της Λιόν οργάνωναν αγώνες δρόμου. Όλα επιτρέπονταν: παραβίαση κόκκινου φαναριού, οδήγηση πάνω σε πεζοδρόμια, μέχρι και να απωθούν τους αντιπάλους τους εκτός δρόμου με τον προφυλακτήρα. Για χάρη της νίκης, ο Μουσούλιν είχε αφαιρέσει τον περιοριστή που βρισκόταν κάτω από το γκάζι στο βαν του, και από τότε έβγαινε πάντα πρώτος.

Υπάρχει και ένα άλλο στοιχείο παράξενο στη ζωή του Μουσούλιν το οποίο έχει σχέση με τα ταξίδια του στις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Δεν έλεγε σε κανέναν τι έκανε στη Βοσνία και την Κροατία κατά τη διάρκεια του πολέμου –πάντως από τότε είχε πολλούς γνωστούς εκεί. Τους επισκεπτόταν πιο συχνά και από τον ηλικιωμένο πατέρα του που ζούσε κοντά στη Λιόν.

«Εκεί είδα τοπία όπου ακόμη και το γρασίδι δεν μεγάλωνε, είδα συνταξιούχους σε ερειπωμένα σπίτια που έψαχναν φαγητό στα σκουπίδια και ταυτόχρονα πλήρωνα τους φόρους στη Γαλλία – τη χώρα που βομβάρδισε την ιστορική μου πατρίδα» έλεγε ο Τόνι Μουσούλιν.

Το 2008, ο Μουσούλιν πούλησε την παλιά του Ferrari και αγόρασε μια άλλη που κόστιζε 112.000 ευρώ. Τον Μάιο του 2009 πήγε με το νέο του αυτοκίνητο στη Σερβία, επέστρεψε από εκεί όμως με λεωφορείο και δήλωσε στην αστυνομία ότι στα νοτιοανατολικά της Γαλλίας τον σταμάτησαν άγνωστα άτομα με μάσκες και του πήραν το αυτοκίνητο. Η αστυνομία υποψιάστηκε ότι ο ίδιος ξεφορτώθηκε το αυτοκίνητο και δημιούργησε την ιστορία για τη ληστεία, προκειμένου να πάρει τα χρήματα από την ασφάλεια.

Ο Τόνι Μουσούλιν έγινε λαϊκός ήρωας γιατί κανείς δεν λυπόταν τους τραπεζίτες

Μετά τη ληστεία των 11,6 εκατομμυρίων ευρώ, για σύντομο χρονικό διάστημα ο Τόνι Μουσούλιν έγινε πολύ διάσημος στη γαλλική κοινωνία. «Όλοι το σκέφτονται, δεν το τολμάνε όμως, αυτός το έκανε» εξηγούσε ο Φρανσουά Πινοσέ από την εταιρεία μάρκετινγκ Boléro, που παρακολούθησε την άνοδο της δημοτικότητάς του. Στα κοινωνικά δίκτυα εμφανίστηκαν χιλιάδες ομάδες υποστήριξης του δράστη, ενώ στο διαδίκτυο ο κάθε ενδιαφερόμενος μπορούσε να αγοράσει μπλουζάκια με συνθήματα όπως «Να γίνει πρόεδρος ο Τόνι Μουσούλιν», «Τρέξε, Τόνι, τρέξε!» και «Τόνι, είμαι δική σου». Κανείς δεν ήταν στο πλευρό των τραπεζιτών που έχασαν εκατομμύρια ευρώ.

«Η γοητεία του Τόνι Μουσούλιν εξηγείται βάσει της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης εκείνης της εποχής και έχει σχέση με το γεγονός ότι δεν χρησιμοποίησε βία αλλά και ότι τα… θύματά του ήταν τράπεζες» ανέφερε ο Φρανσουά Πινοσέ.

Δύο ημέρες μετά τη ληστεία, ο ιδιοκτήτης των γκαράζ στη Rue de Vienne απευθύνθηκε στην αστυνομία επειδή αναγνώρισε έναν από τους πελάτες του στις δημοσιευμένες φωτογραφίες. Οι αστυνομικοί άνοιξαν το γκαράζ, το οποίο είχε νοικιάσει ο Τόνι Μουσούλιν και βρήκαν μέσα 49 σάκους με χαρτονομίσματα. Έλειπαν μόνο 2,5 εκατομμύρια ευρώ. Οι αστυνομικοί έστησαν ενέδρα δίπλα στο γκαράζ, αλλά ο Τόνι Μουσούλιν δεν εμφανίστηκε ποτέ.

Οι σάκοι με τα χρήματα που βρήκαν οι αστυνομικοί στο γκαράζ που είχε νοικιάσει ο Μουσουλίν, 9 Νοεμβρίου 2009
© AFP 2020 / Γαλλική Αστυνομία
Οι σάκοι με τα χρήματα που βρήκαν οι αστυνομικοί στο γκαράζ που είχε νοικιάσει ο Μουσουλίν, 9 Νοεμβρίου 2009

Στη συνέχεια στην έρευνα συμμετείχε και η Ιντερπόλ, αλλά ο οδηγός ήταν εξαφανισμένος. Ίσως ακόμα να τον έψαχναν αν δεν είχε παραδοθεί. Στις 16 Νοεμβρίου, 11 ημέρες μετά την εξαφάνισή του, ο Τόνι Μουσούλιν παραδόθηκε σε αστυνομικό τμήμα στο Μονακό. Μαζί του είχε έναν χάρτη της Ευρώπης και μερικές εκατοντάδες ευρώ, δολάρια και λίρες. Ισχυρίστηκε ότι δεν ήξερε τίποτα για τα χαμένα 2,5 εκατομμύρια ευρώ.

Μετά τη σύλληψή του, ο Τόνι Μουσούλιν είπε ότι αποφάσισε να διαπράξει το έγκλημα επειδή ένιωθε ότι η διοίκηση της εταιρείας τον αδικούσε. Σύμφωνα με τον ίδιο, επί 10 χρόνια δεν μπορούσε να πάρει άδεια το καλοκαίρι και δεν πληρωνόταν για τις υπερωρίες καταπίνοντας τις δεκάδες δικαιολογίες των ανωτέρων του.

Έξι μήνες οργάνωσης

Έξι μήνες προετοιμαζόταν για τη ληστεία. Τον Απρίλιο, ακόμη και πριν από το ταξίδι του στη Σερβία, ο Τόνι Μουσούλιν νοίκιασε ένα γκαράζ και έχτισε ένα ψεύτικο τείχος φτιάχνοντας μια κρυψώνα για τα χρήματα. Στη συνέχεια, νοίκιασε ένα αυτοκίνητο Renault Kangoo και μια μοτοσικλέτα BMW. Τοποθέτησε τις μεγάλες τσάντες στη μοτοσικλέτα και την άφησε στο γκαράζ, ενώ το Kangoo το πάρκαρε σε ένα σημείο στο κέντρο της πόλης.

Την ημέρα της ληστείας ο Τόνι Μουσούλιν περίμενε τη στιγμή που οι συνάδελφοί του θα έβγαιναν από το βαν και έγινε «καπνός». Λίγα λεπτά αργότερα, σταμάτησε δίπλα στο Kangoo του, βγήκε από το βαν και ξεκίνησε να φορτώνει βιαστικά τους σάκους με τα χαρτονομίσματα στο νοικιασμένο αυτοκίνητο. Στη συνέχεια, ο πρώην οδηγός μπήκε στο Kangoo και κατευθύνθηκε προς το γκαράζ στη Rue de Vienne. Πίστευε ότι το πιο επικίνδυνο στάδιο του σχεδίου του είχε τελειώσει.

Διακοπές στη Ρώμη

Τη συνέχεια της ιστορίας τη γνωρίζουμε μόνο από όσα έχει πει ο ίδιος.

Στο γκαράζ, ο Μουσούλιν ξεφόρτωσε τους σάκους με τα χρήματα, ελέγχοντας τον κάθε ένα προσεκτικά για να είναι σίγουρος πως δεν υπήρχαν κοριοί. Το μόνο που έμενε ήταν να κρύψει τα χρήματα στην προετοιμασμένη κρυψώνα και να φύγει από τη Λιόν για κάποιο χρονικό διάστημα.

Ο Μουσούλιν υπολόγισε ότι αργά ή γρήγορα η αστυνομία θα έψαχνε στο γκαράζ, δεν θα έβρισκε τίποτα και θα τον ξεχνούσε. Στη συνέχεια, θα μπορούσε εύκολα να πάρει τα κρυμμένα χρήματα από την κρυψώνα. Το σχέδιο ίσως και να πετύχαινε.

Για να περάσει όλα τα χαρτονομίσματα μέσα από τη μικρή υποδοχή, ο Μουσούλιν θα χρειαζόταν αρκετές ώρες. Πίστευε ότι είχε χρόνο και πήγε να φάει κάτι. «Αγόρασα ένα σάντουιτς από έναν φούρνο, και κάθισα σε ένα παγκάκι στο Bron Pariyya. Σκέφτηκα ότι θα ξεκουραστώ και θα πάω αμέσως να κρύψω τα χρήματα. Μέχρι τότε όμως υπήρχαν αστυνομικοί παντού».

Ο Μουσούλιν πήρε τη μοτοσικλέτα του και έφυγε από την πόλη. Χρειάστηκε μερικές ώρες για να φτάσει στο τούνελ του Λευκού Όρους και να περάσει στην Ιταλία. «Ήθελα να δω την Ιταλία και να φάω μακαρονάδα» εξήγησε στο δικαστήριο.

Η πρώτη του στάση ήταν στο Τορίνο, κοντά στα γαλλικά σύνορα. Ο πρώην φύλακας ισχυρίστηκε ότι άφησε τη μοτοσικλέτα του εκεί και πήρε το τρένο για τη Ρώμη. Στη Ρώμη πέρασε τη νύχτα σε ένα ξενοδοχείο, έφαγε παγωτό, αγόρασε μια βαλίτσα και στη συνέχεια πήγε στη Νάπολη. Έκανε βόλτες στην πόλη, αγόρασε ένα DVD player και περνούσε ώρες στο ξενοδοχείο μέχρι που, όπως είπε ο ίδιος, ξέμεινε από χρήματα.

Τα… κακά μαντάτα

Τα γεγονότα εξελίχθηκαν σύμφωνα με το χειρότερο σενάριο για τον δράστη. Ο Μουσούλιν πήγε στην Ιταλία μέχρι να ησύχαζαν τα πράγματα στη Γαλλία και μετά θα επέστρεφε στη Λιόν για να πάρει τα χρήματα. Η αστυνομία όμως ανακάλυψε τα χρήματα στο γκαράζ πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι περίμενε και όλη η Γαλλία ήξερε το πρόσωπό του. Ήταν αποτυχία.

Ο Μουσούλιν πήγε στο Τορίνο, πήρε πάλι τη μοτοσικλέτα του με πρόθεση να επιστρέψει στη Γαλλία. Δεν πήγε όμως βορειοδυτικά προς τη Λιόν, αλλά έστριψε νότια. Το πρωί της 16ης Νοεμβρίου έφτασε στο Μονακό και πήγε αμέσως σε μια Καθολική Εκκλησία. Σύμφωνα με την κάμερα ασφαλείας, πέρασε περίπου μια ώρα μέσα και μετά πήγε στην αστυνομία να παραδοθεί.

Στη φυλακή ο Μουσούλιν λάμβανε δεκάδες επιστολές κάθε μέρα. Δεν έδινε σημασία σε κανέναν, παρέμενε όμως ήρωας. «Δεν καταλαβαίνω γιατί τον κρατάνε στη φυλακή. Όλοι τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους κάνουν ανοησίες. Δεν έβλαψε κανέναν. Δεν επιτέθηκε στον τραπεζίτη, δεν σκότωσε κανέναν. Απλά διασκέδασε, αυτό είναι όλο» έλεγε ο πατέρας του δράστη στους δημοσιογράφους.

Τι απέγιναν τα 2,5 εκατ. ευρώ

Το πρόβλημα όμως ήταν τα 2,5 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία δεν βρέθηκαν στο γκαράζ. Ο Μουσούλιν επέμεινε ότι δεν υπήρχαν, αλλά κανείς δεν τον πίστευε – ούτε η αστυνομία ούτε το κοινό. Ο εισαγγελέας ζητούσε την ομολογία του, οι θαυμαστές ζητούσαν να μοιραστεί τα χρήματα μαζί τους, ενώ κάποιοι εγκληματίες ήθελαν να απάγουν τη 18χρονη κόρη του, αν και δεν είχε δει ποτέ τον πατέρα της. Όμως ο Μουσούλιν δεν υποχώρησε.

Η αστυνομία θεωρούσε ότι ο Μουσούλιν αποσιώπησε κάποια γεγονότα ενώ κάποια άλλα τα έβγαλε από το μυαλό του.

Δεν βρέθηκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι έμενε στη Ρώμη. Τη Νάπολη, ο Μουσούλιν πραγματικά την επισκέφτηκε, αλλά όχι για να ξεκουραστεί στο ξενοδοχείο και να απολαύσει τη θάλασσα. Πιο πιθανό ήταν ότι τον ενδιέφερε ο κόμβος που συνδέεται με το Μαυροβούνιο.

Σύμφωνα με την έρευνα, ο Μουσούλιν έφτασε στην Ιταλία με το εξαφανισμένο ποσό. Στη Loomis επιβεβαίωσαν ότι 2,5 εκατομμύρια ευρώ μπορούσαν να χωρέσουν στις τσάντες που αγόρασε πριν τη ληστεία. Πιθανότατα, ο πρώην φύλακας παρέδωσε τα χρήματα στους συντρόφους του ή τα έκρυψε μόνος του, και στη συνέχεια παραιτήθηκε επειδή ήξερε ότι δεν θα έχει μεγάλη ποινή. Όλα ήταν μέρος του σχεδίου του.

Πού τα πήγε όμως τα χρήματα; Σίγουρα δεν ήθελε να το μάθει κανένας. Στο Μονακό κατέστρεψε την κάρτα SIM του και καθάρισε τη μνήμη του GPS που υπήρχε στη μοτοσικλέτα. Σύμφωνα όμως με την ένδειξη χιλιομέτρων στο ταχύμετρο, η μοτοσικλέτα έκανε 672 χιλιόμετρα περισσότερο απ’  ό,τι είπε ο Μουσούλιν. Αυτή η απόσταση ταίριαζε με εκείνη από το Τορίνο έως την Κροατία.

Ορισμένες λεπτομέρειες όμως δεν κολλούσαν καλά με αυτή τη εικασία. Αρχικά, η Loomis ισχυρίστηκε ότι ο Μουσούλιν είχε κλέψει 49 σάκους χρημάτων, που περιείχαν 11,6 εκατομμύρια ευρώ. Τόσοι σάκοι ήταν στο γκαράζ. Ταυτόχρονα, δύο παρόμοιοι αλλά άδειοι σάκοι βρέθηκαν σε έναν σκουπιδοτενεκέ, κάτι που δεν μπορούσε να εξηγήσει κανείς στη Loomis. Η εκτίμηση της εταιρείας για τη χωρητικότητα των τσαντών της μοτοσικλέτας ήταν επίσης αμφισβητήσιμη.

Στη δίκη ο Μουσούλιν πρότεινε να αναζητήσουν τα χρήματα που έλειπαν από τον ιδιοκτήτη των γκαράζ στην οδό Rue de Vienne – επειδή εκείνος είχε λογαριασμούς στα Νησιά Κέιμαν και σε άλλα υπεράκτια. Κατά την άποψή του θα μπορούσε κάλλιστα πρώτα να πάρει μερικά εκατομμύρια ευρώ και στη συνέχεια να πάει στην αστυνομία.

Τα επιχειρήματα του πρώην φρουρού δεν έπεισαν τον δικαστή. Τον Μάιο του 2010 καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών ετών και στη συνέχεια, κατόπιν έφεσης, για δύο ακόμη χρόνια.

Βγήκε από τη φυλακή το 2013

Ο Μουσούλιν πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της φυλάκισής του στην απομόνωση: μάθαινε αγγλικά, διάβαζε βιβλία και γυμναζόταν. Του πρότειναν πρόωρη απελευθέρωση, αλλά αρνήθηκε να φορέσει το ηλεκτρονικό βραχιόλι που στέλνει συντεταγμένες στην αστυνομία και βγήκε από τη φυλακή τον Σεπτέμβριο του 2013.

Το 2019 ο Μουσούλιν συνελήφθη και πάλι – αυτή τη φορά στο Λονδίνο, όπου προσπαθούσε να «σπρώξει» 40.000 λίρες άγνωστης προέλευσης. Η βρετανική αστυνομία υποψιάστηκε ότι με αυτόν τον τρόπο ο πρώην φύλακας ξέπλενε τα κλεμμένα εκατομμύρια. Ο Μουσούλιν εξήγησε ότι ήταν τα έσοδα από την πώληση μιας Ferrari. Πέρασε στη φυλακή δύο ημέρες και ύστερα αφέθηκε ελεύθερος.

Ο Μουσούλιν έδωσε πολλές συνεντεύξεις και παραδέχτηκε ότι λυπόταν μόνο επειδή έχασε την ευκαιρία του. Οι φήμες για τα κρυμμένα χρήματα δεν τον ενοχλούσαν καθόλου.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Back to top button