ΑφιερώματαΤοπικά Νέα

Καλικάντζαροι στην περιοχή των Γαργαλιάνων του 1935

Από τα «Τετράδια ιστορίας» του Παναγιώτη Α. Κατσίβελα , ιατρού

 

Το 1935 δημοσιεύεται στα «Τριφυλιακά Χρονικά» στους ένα πολύ όμορφο παραμύθι από τον Μήτσο Φιλέρη , λόγιο άνθρωπο με καταγωγή από το γειτονικό Αμπελόφυτο με θέμα τους καλικαντζάρους . Είναι η εποχή που υπήρχαν ανεμόμυλοι και νερόμυλοι για τα άλεσμα του σιταριού. Μάλιστα ο Μ. Φιλέρης είχε κάνει και εικονογράφηση για το παρουσιαζόμενο παραμύθι όπως δεικνύει ο κατάλογος των εικόνων , που δυστυχώς δεν διασώθηκαν .

Το εν λόγω έργο έρχεται να επιβεβαιώσει την αξιοζήλευτη πνευματική και λογοτεχνική άνθηση που υπήρχε στην περιοχή μας την περίοδο του μεσοπολέμου .

Οι καλικάντζαροι είναι ελληνική δοξασία (αρχαίας καταγωγής) «δαιμόνιων» που σύμφωνα με σύγχρονη δοξασία εμφανίζονται κατά το Δωδεκαήμερο (25 Δεκεμβρίου – 6 Ιανουαρίου).

«Έρχονται από τη γης από κάτω. Όλο το χρόνο πελεκούν με τα τσεκούρια να κόψουν το δένδρο που βαστάει τη γης , αλλά όταν κοντεύουν να το κόψουν έρχεται ο Χριστός και μονομιάς ξαναγίνεται το δένδρο και τότε τα δαιμόνια χιμούν στη γης επάνω και πειράζουν τους ανθρώπους» Νικόλαος Πολίτης.

Οι καλικάντζαροι εξαφανίζονται με τον αγιασμό των σπιτιών , τα Θεοφάνια .

Ο Γέρο- Κωνσταντής & οι καλικάντζαροι

Κείμενο και σκίτσα Μ. Φιλέρη

Γυναίκα τοίμασε το άλεσμα , είπε ο Γέρο Κωνσταντής και αύριο το πρωί το πηγαίνω στο μύλο . Καβάλησε τον καρά του και τράβηξε για το χωράφι του .

Βαρσάμω ! ακούστηκε σε λίγο η φωνή της γριά Κωνσταντινιάς , αποτεινόμενη εις την κόρη της , πάρε παιδί μου το αρίλογο(1) της θειάς σου της Γιαννάκενας και ψέκασε το άλεσμα να το πάρει ο πατέρας σου στο μύλο κι εγώ θα πεταχτώ ίσαμε το «Πουρνάρι» να φέρω κανένα λάχανο να φάμε το βράδυ.

Η Βαρσάμω μια λυγερή κοπέλα ίσαμε με 20 χρονών όλο δροσιά και χάρι , με τις πλεξίδες δεμένες σφικτά στο κεφάλι , πετάχθηκε από το σπίτι να εκτελέσει τη δουλειά είπε η μάννα της .

– Θειά Γιαννάκενα δώσε μου το αρίλογο να φκιάσω λίγο άλεσμα για το μύλο !..

– Παιδί μου δεν παίρνουτε μια ζυμωσιά αλεύρι από το δικό μας , δεν βλέπουτε έχουμε χειμώνα , πως θα βγει ο πατέρας σου με τέτοιο καιρό να πάει στο μύλο ;

-Ξέρεις θειά ο πατέρας μου είναι λίγο παράξενος , και δεν θέλει να παίρνουμε δανικό αλεύρι .

– Το ξέρω παιδί μου , να πάρε να κάνεις την δουλειά σου και να το φέρεις γρήγορα .

Το πρωί με το χάραμα ο Γέρο Κωνσταντής φορτωμένο στο καρά το άλεσμα καβαλίκεψε με τη κάπα φορεμένη τράβηξε για το μύλο μισή ώρα κάτω από το χωριό. Φθάνοντας στο μύλο βγήκε ο μυλωνάς στη πόρτα να υποδεχθεί το πρωινό πελάτη γεμάτος πάσπαλη(2) στα γένια και τα μουστάκια , και βλέπει το φίλο του τον Κωνσταντή .

– Καλημέρα Κωνσταντή τι κάνεις ;

Κατέβηκε μουδιασμένος από το κρύο από το άλογο , πήρε ο καθένας από ένα σακί και το απίθωσε μέσα στο μύλο .

Αν και είχε πολλά αλέσματα ο μυλωνάς και θα αργούσε μερικές ώρες να γίνει το άλεσμα , αναγκάστηκε να μείνει στο μύλο ίσαμε το βράδυ . Ξεκρέμασε το ντορβά έβαλε βρώμη στ’ άλογο του ο μπάρμπα – Κωνσταντής και έκατσε κοντά στη φωτιά . Οι ώρες περνούσαν ο γέρο -Κωνσταντής άρχισε να πεινάει . Μέσα σε κάποιο σακούλι η γυναίκα του είχε βάλει λίγο κρέας χοιρινό όπως της είπε από βραδύς και μια τσότρα(3) κρασί .

-Ε! γέρο Γιώργη λέγει στο Μυλωνά έχεις τίποτα για φαΐ ;

-Που νάχω εδώ στην ερημιά από λίγη ξερή κουλούρα κούκλινη , δεν έχω τίποτα άλλο γερο-Κωνσταντή .

-Έχω λίγο κρέας ωμό χοιρινό από το χωριό , ας το ψήσουμε τότε να πιούμε και καμιά

-Εγώ γερο- Κωνσταντή θα πέσω να ησυχάσω λίγο , γιατί είμαι άυπνος όλη τη νύχτα βλέπεις τώρα είναι γιορτάδες και έχουμε πλάκωση στο φούρνο . Βάλτο στη φωτιά να το ψήσεις και όταν γίνει ξύπνησέ με .

Ο γερο Κωνσταντής πήρε ένα ξύλο το έφκιασε σουβλί πέρασε τους μεζέδες και άρχισε να ψήνει το κρέας γυρίζοντας κάθε λίγο το σουβλί από την άλλη μεριά.

Ο μυλωνάς χώθηκε σ’ ένα παλιοπάπλωμα και άρχισε να ροχαλίζει .

Δεν είχε περάσει λίγη ώρα και νάσου από τη χούρχουρη (4)του μύλου του μύλου 3-4 γδυτοί μαλλιαροπόδαροι τόσοι δα , ανθρωπάκοι , κρατώντας ο καθένας από ένα σουβλί με σφαρδάκλους (5) και μπαίνουν πηδώντας μέσα στο μύλο . Ο γέρο Κωνσταντής επειδή ήτανε δώδεκα μέρα , κατάλαβε ότι ήταν καλικάντζαροι , δεν μίλησε καθόλου , ούτε και φοβήθηκε , αλλά εξακολούθησε να γυρίζει το σουβλί του .

Αυτοί κάθησαν γύρω από τη φωτιά και άρχισαν να ψήνουν τα σφαδράκλους .

Ο καθένας σήκωνε κάθε τόσο το σουβλί του και τόβαζε πάνω στο σουβλί του γέρο Κωνσταντή , τούλεγε με φωνή κλαψιάρικη .

-«Άλοιφτο και μένα μπάρμπα» Το παχύ με το αχαμνό .

Το έκαναν πολλές φορές οι καλικάντζαροι και αναγκάστηκε να το πετάξει από το μύλο επειδή ήταν μαγειρεμένο και δια μιας πετάχθηκαν όλοι έξω το πήραν και χάθηκαν πηδώντας μέσα στα νερά γελώντας σαρκαστικά .

Σηκώθηκε σε κάμποση ώρα ο μυλωνάς και του διηγήθηκε ο γερο -Κωνσταντής το πάθημά του . Έφερε ο μυλωνάς τη κουλούρα τη καυκάλισε στη φωτιά και ήπιαν το κρασί σταυροκοπούμενοι και αυτός για το αναπάντεχο .

Σε κανά δύο ώρες το άλεσμα έγινε και φόρτωσε ο γέρο Κωνσταντής για το χωριό του.

Στο δρόμο οι καλικάντζαροι τον παρακολούθησαν και τον πείραζαν τραβώντας το άλογο από την ουρά , φωνάζοντας :

– Ήτανε νόστιμο το κρέας μπάρμπα ; Ε! το ένα πλευρό Ε! και τ’ άλλο Ε! και το πανωγόμι(6)

Ο Γέρο Κωνσταντής δεν μιλούσε καθόλου , ούτε και γύριζε όπως ήτανε καβάλα στο άλογό του , να κοιτάξει πίσω του.

Τα καλικατζάρια με τη σειρά καβαλίκεψαν στα καπούλια του αλόγου εξακολουθώντας το τροπάρι τους , και τραβούσαν το γέρο -Κωνσταντή από την κατσούλα(7) της κάπας του κάθε τόσο .

Ώρες ολόκληρες πέρασαν , για να φθάσει στο χωριό . Ο καράς (8)περπατούσε με μεγάλη δυσκολία από το μεγάλο βάρος που είχε πάνω του και από το τράβηγμα της ουράς . Όταν έφτασε κοντά πια στο χωριό και κατάλαβε ότι μπορούν να τον ακούσουν οι δικοί του που περίμεναν , γιατί άργησε , βουτάει με δύναμη τον καλικάντζαρο που ήταν καβάλα πίσω στα καπούλια του καρά , φωνάζει δυνατά

– Δημήτρη φέρε μου ένα αφόριο (9) καρφί και ένα δένδρινο δαβλί γλήγορααααααα!

Ο Δημήτρης ο αδελφός του σαν άκουσε τη φωνή του αδελφού του , βουτάει από τη φωτιά ένα δαυλί και ένα καρφί , τρέχει γρήγορα στο μέρος που άκουσε τη φωνή . Οι άλλοι καλικάντζαροι φοβήθηκαν και φύγανε . Φθάνει ο Δημήτρης του μπήγει το καρφί με μια πέτρα στο κεφάλι και του βάλαν το δαυλί στο πισινό. Τον πήγανε στο σπίτι , από την στιγμή που του έκαναν αυτά έγινε σωστός άνθρωπος και τον έκαναν ψυχογιό τους .

Τον είχαν πολλά χρόνια στη δούλεψή τους και το σπίτι τους από την μέρα που τον έπιασαν θησαύριζε . Πρόβατα , γίδια , σιτάρια , κρασιά δεκαπλασιάστηκαν .

Αφού είδε ο γερο – Κωνσταντής τόσα καλά στο σπίτι του απεφάσισε να τον κάνει και παιδί του να του δώσει τη κόρη του ,κάλε μια μέρα το Φώτη γιατί έτσι τον βγάλανε από την μέρα που τον έκαναν απάνθρωπο και του λέει :

-Παιδί μου όλα τα καλά τα χρωστάου σε σένα . Φάνηκες πιστός . Δούλεψες τόσα χρόνια . Είναι καιρός τώρα να γίνεις και νοικοκύρης . Δέχεσαι να σε κάνω και γαμπρό ;

Μετά πολλά τον κατάφερε και τούδωσε την κόρη τη μικρή τη μικρότερη ( γιατί τις άλλες δύο , τη Βαρσάμω και τη Λενιώ τις είχε παντρέψει ) την Ανθή .

Μια μέρα πήγαν στο ποτάμι να πλύνουν . Αφού τελείωσε η γυναίκα του το πλύσιμο της λέγει ο Φώτης .

– Ανθή δεν έρχεσαι καημένη να ψειρίσεις , καταλαβαίνω ότι έχω ψείρες στο κεφάλι μου .

Κάθισε κοντά του η Ανθή και έγειρε ο Φώτης το κεφάλι στη ποδιά της . Τα μαλακά χέρια της Ανθής γρήγορα – γρήγορα πασπάλευαν τον κεφάλι του καλού της .

Σε λίγο τα μάτια της είδαν στη κορυφή του κεφαλιού το κεφάλι του καρφιού .

– Φώτη μου ! Ένα καρφί στο κεφάλι σου ! είπε τρομαγμένη η Ανθή που παρ’ ολίγον να πεθάνει από τη τρομάρα της .

– Βγάλτο , καημένη γυναίκα αν μπορείς.

Σιγά , σιγά η Ανθή κατόρθωσε να το βγάλει . Δεν πρόκαμε να το δείξει στο Φώτη της , τον βλέπει αμέσως τελείως γυμνού μπροστά της , σωστό καλικάντζαρο . Χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει πίσω χτυπάει με τα χέρια του το πισινό του , λέει στην αγαπημένη του Ανθή , που έτρεμε σαν το φυλλοκάλαμο από τη τρομάρα της για την απροσδόκητο μεταμόρφωση του Φώτη της .

– Εδώθε πάνε τα νοικοκυριά σας !

– Εδώθε πάνε οι στάνες σας και τα καλά σας και πηδώντας λίμνη σε λίμνη τρέχει κατά το μύλο να βρει και τους άλλους συντρόφους του , που τόσα χρόνια άθελά του εγκατέλειψε .

Από την ημέρα εκείνη άρχισε να χάνετε το βιός του Γέρο – Κωνσταντή και σε δύο τρία χρόνια όχι μόνο χάσανε ότι είχανε από το γούρι του Φώτη .

Ψόφισαν όλα τα γιδοπρόβατα , τα χωράφια δεν έκαναν ούτε ένα σπόρο , και η Ανθή να τρελαθεί και να πηγαίνει σχεδόν κάθε μέρα στο ποτάμι και να φωνάζει ζητώντας το Φώτη και το βιός της .

Σκίτσα του παραμυθιού :

1. Ο Μπάρμπα Κωνσταντής καβάλα. Και τράβηξε για το …

2. Ο μυλωνάς τον υπεδέχθη με χαρά

3. Το παχύ με τ’ αχαμνό μπαρμπούλη μου

4. Έ , το ένα το πλευρό !…Και το πανωγόμι

5. Ο Γέρο- Κωνσταντής τον άρπαξε από τα μαλλιά

6. Όταν του έβγαλε το καρφί πήδησε στη λίμνη

Μήτσος Φιλέρης

Λήμματα

  1. Το αρίλογο ήταν ένα είδος κόσκινου για το καθάρισμα των δημητριακών.Σε κάποιες περιοχές, αρίλογο ονομαζόταν το αραιό κόσκινο με τρυπητή λαμαρίνα στη βάση του, από την οποία περνούσαν τον μισοστεγνωμένο χυλό του τραχανά, για να δημιουργηθούν τα εκατοντάδες μικρά σβολαράκια. Οπως καταλαβαίνετε, το αρίλογο ήταν ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία ενός αγροτικού νοικοκυριού.
  2. πασπάλη (η) το ψιλό αλεύρι που κολλούσε στα λιθάρια και στον γύρο του μύλου, κατά το άλεσμα. Ο μυλωνάς μάζευε την πασπάλη και ήταν γι΄ αυτόν ένα μικρό κέρδος.
  3. τσότρα η [tsótra] (λαϊκότρ.) ξύλινο δοχείο, με πλατιά βάση που στενεύει προς τα πάνω, που το χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν και να πίνουν κρασί ή νερό.
  4. το ημικύκλιο στο κάτω μέρος του μύλου όπου βγαίνει το νερό.
  5. Βατράχους
  6. πρόσθετο φορτίο στο σαμάρι (στην ράχη) του ζώου που δρα ως ισορροπιστικό βάρος, στερεωτική σφήνα μεταξύ των κρεμάμενων φορτίων στα πλαϊνά. Μπαίνει πάνω ακριβώς στο σαμάρι του φορτωμένου ζώου και γεμίζει το κενό που αφήνουν οι δύο «μεριές».

να το ‘να το πλευρό, να και τάλλο το πλευρό, να και το πανωγόμι (Νικόλαος Πολίτης)

  1. Η κατσούλα δεν ήταν ιδιαίτερο ρούχο αλλά ήταν ενσωματωμένη στην κάπα και στο κοντοκάπι, όμως μπορούσε να κυκλοφορεί και αυτοτελώς, ως παρελκόμενο της λαϊκής φορεσιάς.
  2. καράς < (άμεσο δάνειο) τουρκική kara + -ς , μαύρο άλογο
  3. αχρησιμοποίητο

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Back to top button