Μπορεί να μην είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας από το μακρινό 1834, αλλά σίγουρα είναι η πρωτεύουσα του Σαββατοκύριακου. Το Ναύπλιο είναι αγαπημένος προορισμός για σχεδόν ολόκληρη τη νότια Ελλάδα. Νομίζω δικαιολογημένα. Προσφέρει ιστορικές διαδρομές, θάλασσα (όχι τόσο δελεαστική ακόμα, αλλά πάντα υπέροχη να την αγναντεύεις), προσεγμένα καταλύματα, εστίαση υψηλού επιπέδου και διασκέδαση.
Σε αυτό το αφιέρωμα, θα κάνουμε μία προσπάθεια να ξεφύγουμε από τα απολύτως προβεβλημένα σημεία και να πάμε σε λίγο πιο τοπικές επιλογές, οι οποίες βέβαια δεν είναι άγνωστες σε πολύ κόσμο. Και φυσικά δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε με κάτι άλλο, παρά με την ιστορία του τόπου. Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το αρχαιολογικό μουσείο. Εξυπακούεται ότι η βόλτα στο Παλαμήδι είναι σχεδόν απαραίτητη. Άλλωστε από εκεί, εκτός από το ταξίδι στην ιστορία, μπορεί κάποιος να απολαύσει πανοραμικά την πόλη.
Αλλά ίσως να έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για έναν επισκέπτη να ανέβει στο καραβάκι και να πάει απέναντι μέχρι το Μπούρτζι. Αυτόν τον βράχο, ο οποίος ξεκίνησε να οχυρώνεται από τους Ενετούς στα τέλη του 15ου αιώνα. Το 1826 -εν μέσω εμφύλιας σύρραξης- αποτέλεσε καταφύγιο της ελληνικής κυβέρνησης, μερικές δεκαετίες αργότερα έγινε τόπος διαμονής των δήμιων που εκτελούσαν τους θανατοποινίτες και το 1935 ο Γερμανός αρχιτέκτονας Βολφ Σέφερ μετέτρεψε το χώρο σε ξενοδοχείο. Σήμερα περιμένει τον κόσμο να διηγηθεί τις ιστορίες του.
Τα αγάλματα και τα μνημεία διηγούνται τις δικές τους ιστορίες. Πολλοί πιθανόν να έχουν προσέξει το άγαλμα του Καποδίστρια στην ομώνυμη πλατεία και το άγαλμα του Κολοκοτρώνη στο αντίστοιχο πάρκο. Είναι, όμως, σχεδόν βέβαιο ότι ελάχιστοι γνωρίζουν την ιστορία του μνημείου του σπουδαίου Έλληνα οπλαρχηγού. Ένα άγαλμα που κατασκευάστηκε από την Τήνιο γλύπτη Λάζαρο Σώχο στο Παρίσι, χρειάστηκε να γίνει πανελλήνιος έρανος για να καλυφθούν τα έξοδα «επαναπατρισμού» και ότι είναι όμοιο με τον ανδριάντα που βρίσκεται στην Αθήνα, έξω από την παλιά βουλή. Λίγοι, σίγουρα, αναγνωρίζουν και το άγαλμα του Στάικου Σταϊκόπουλου. Του αρχηγού που ήταν ο εκπορθητής του Παλαμηδίου μαζί με τον Δημήτριο Μοσχονησιώτη και τους άντρες τους.
Σχεδόν όλοι έχουν περπατήσει τα γραφικά στενάκια της πόλης. Έχουν χαζέψει κι έχουν φωτογραφήσει τα σκαλιά που οδηγούν προς τα πάνω, στους πρόποδες της Ακροναυπλίας. Αλλά ίσως να μην γνωρίζουν ότι εκεί βρίσκεται μία από τις πιο παλιές συνοικίες, ο Ψαρομαχαλάς. Το όνομά του τα μαρτυρά όλα. Ήταν εκεί που έμεναν παλιά οι ψαράδες. Ακόμα λιγότεροι γνωρίζουν ότι σ΄ αυτήν τη συνοικία, κατά τη διάρκεια της δεύτερης Τουρκοκρατίας, βρισκόταν η μοναδική εκκλησία που επιτρεπόταν να λειτουργήσει, η Αγία Σοφία.
Δεν πρέπει να υπάρχει άνθρωπος που να έχει επισκεφτεί το Ναύπλιο και να μην έχει κάτσει στην πλατεία Συντάγματος. Αλλά δεν ξέρω πόσοι είναι αυτοί που έχουν ρίξει το βλέμμα τους στο Βουλευτικό. Εκεί δηλαδή που στεγάστηκε η Βουλή της επαναστατημένης Ελλάδας έως και το 1828. Το κτήριο, μάλιστα, χτίστηκε ως τζαμί από έναν πλούσιο Τούρκο Αγά και κουβαλάει μία τοπική παράδοση που αξίζει να αναζητήσει κάποιος. Τώρα φιλοξενείται η Δημοτική Βιβλιοθήκη. Όσοι ενδιαφέρονται για την τέχνη, μπορούν επίσης να επισκεφτούν και το παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης, το οποίο στεγάζεται σ’ ένα υπέροχο νεοκλασικό κτήριο και φιλοξενεί έργα με θέμα τον αγώνα της απελευθέρωσης.
Ένα ξεχωριστό, ίσως, μνημείο είναι ο Λέων των Βαυαρών, ή το Λιοντάρι όπως το γνωρίζουν οι ντόπιοι. Πρόκειται για ένα άγαλμα που λαξεύτηκε στο βράχο από τον Γερμανό Κρίστιαν Ζίγκελ περί το 1840, κατόπιν παραγγελίας του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου, πατέρα του πρώτου βασιλιά των Ελλήνων Όθωνα, στη μνήμη των Βαυαρών στρατιωτών που πέθαναν από την επιδημία τύφου που μάστιζε την πόλη τα έτη 1833 και 1834. Σημαντικές υποσημειώσεις γι’ αυτό το μνημείο είναι ότι πρότυπο του έργου αποτέλεσε το Λιοντάρι της Λουκέρνης του διάσημου Δανού γλύπτη Μπέρτελ Τόρβαλτσεν, αλλά και το γεγονός ότι ο Ζίγκελ ήταν ο πρώτος καθηγητής γλυπτικής στο Πολυτεχνείο της Αθήνας.
Όσο και να μιλά κάποιος για ιστορία σ’ αυτήν την πόλη, δεν θα τελειώσει ποτέ. Υπάρχει το πολεμικό μουσείο, το Δημαρχείο και αμέτρητα άλλα κτήρια που έχουν προσθέσει το λιθαράκι τους σ’ αυτό το υπέροχο μωσαϊκό. Αλλά στο Ναύπλιο μπορούμε να απολαύσουμε όχι μόνο το ταξίδι στο παρελθόν, αλλά και τις υπέροχες βόλτες. Οι οποίες δεν περιορίζονται στα γραφικά σοκάκια, στο μαγευτικό γύρο της Αρβανιτιάς ή την εξερεύνηση του Παλαμηδίου. Εδώ και αρκετά χρόνια έχει ανοίξει ένα μονοπάτι που οδηγεί από την Αρβανιτιά στην Καραθώνα. Για όσους αντέχουν είναι μία υπέροχη βόλτα. Όπως ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει και μία βόλτα στον υγρότοπο του Ναυπλίου-Νέας Κίου, εκεί που η πιθανότητα να δούμε ξεχωριστά πτηνά, ακόμα και φλαμίνγκο ανάλογα με την εποχή, είναι ιδιαίτερα μεγάλη.
Όταν κουραστούμε δεν έχουμε παρά να κάτσουμε για έναν καφέ, ένα ρόφημα ή ένα αναψυκτικό. Δεν υπάρχει άσχημο μέρος γι’ αυτήν την απόλαυση στο Ναύπλιο. Αλλά προσωπικά ψάχνω μία θέση στο «Φουγάρο». Τον παλιό βιομηχανικό χώρο, σχεδόν απέναντι από το παλιό στρατόπεδο του Μηχανικού, όπου συνήθως δεν πνίγομαι από την πολυκοσμία. Είναι έτσι διαμορφωμένο, ώστε ακόμα κι όταν είναι γεμάτο να σου γίνει το δικαίωμα να αναπνεύσεις και να αποζημιωθείς από όσα σερβίρει. Αρκετά συχνά μετατρέπεται και σε μουσική σκηνή για να προσφέρει κάτι διαφορετικό. Η πόλη, επίσης, έχει δημιουργήσει μία καλή παράδοση στο παγωτό. Αυτό οφείλεται κυρίως στον «Ιταλό» όπως τον ξέρουν όλοι ή «Antica di Roma» όπως λέγετε το μαγαζί. Εγώ θα πρότεινα τον «Κουστένη», ο οποίος δεν έχει να ζηλέψει τίποτα σε ότι αφορά τη γεύση κι έχει τη δική του ιστορία στο Ναύπλιο.
Όσο για το φαγητό, πρέπει να είναι κάποιος άτυχος για να πέσει σε κακό μαγαζί. Κάτι πρόχειρο αλλά καλό είναι το «Carrera’s» μέσα στο κέντρο (διαχρονική αξία για δεκαετίες) και για σουβλάκι στο κέντρο μάλλον στο «Trendy», αλλά χωρίς να περιμένετε και κάτι ιδιαίτερο. Προσωπικά θα περπατούσα 10 λεπτά για να πάω στο «Ψητό Λεμόνι». Αλλά αν κάποιος ψάχνει κάτι πιο τοπικό, εκτός από τα υπέροχα μαγαζιά του κέντρου. Τότε νομίζω ότι θα πρέπει να πάει στον «Κοκορομύτη» στην Άρια. Κι αν έχει όρεξη για λίγο περισσότερα χιλιόμετρα να αναζητήσει την «Σπηλιά» στον δρόμο Άργους – Τριπόλεως, τον «Φάρο» στους Μύλους, ή το «Λιοτρίβι» στα Πυργιώτικα. Για ψαράκι εντός πόλεως ο «Μπούνος ο Ψαροσαβούρας» είναι σχεδόν μονόδρομος και υπάρχουν οι εξαιρετικές λύσεις του «Τσακίρη» στη Νέα Κίο, των «5Φ» στους Μύλους και λίγο πιο μακριά του «Κανάρη» στο Κιβέρι και η «Καλή Καρδιά» στο Σκαφιδάκι.
Για ποτάκι διαλέγει ο καθένας ανάλογα με τα ακούσματά του. Αυτά τα υπέροχα μικρά, σχεδόν οικογενειακά, μπαράκια, υπόσχονται άφθονο κέφι. Είναι σχεδόν αδύνατο να πάει κάποιος στο Ναύπλιο και να περάσει άσχημα. Όσο για τις υπέροχες κοντινές εκδρομές, έχουν περισσότερο καλοκαιρινή αύρα και τις αφήνουμε για ένα άλλο οδοιπορικό. Καλά να περάσετε!