Από τα «Τετράδια Ιστορίας» του Παναγιώτη Α. Κατσίβελα, ιατρού.
Είμαστε στα 1896 ,όταν πλέον έχει μεσολαβήσει η Χρεοκοπία της χώρας , ο Τρικούπης έχει χάσει τις εκλογές και την Κυβέρνηση έχει αναλάβει ο Θ. Δηλιγιάννης από το 1895. Το 1893 , με τον νόμο ΒΡΠΗ΄, η Χωροφυλακή επιφορτίστηκε και με την άσκηση αστυνόμευσης της υπαίθρου την οποία προηγουμένως διαχειρίζονταν οι δήμοι, με την Δημοτική Αστυνομία . Τα νέα αυτά καθήκοντα καθόριζαν με λεπτομέρειες οι νόμοι ΓΡΞΕ΄ του 1906 και ΓΦΟΖ΄ του 1910. Είναι άλλωστε η εποχή που την Ελλάδα την λυμαίνονται οι ληστές . Και η επαρχία Τριφυλίας δεν ήταν ένας ασφαλής χώρος και η Ληστεία στην περιοχή μας, είναι ένα άλλο ενδιαφέρον κεφάλαιο, θα μας απασχολήσει , σε ένα άλλο σημείωμα.
Στην εφημερίδα «Το Άστυ» υπάρχει ένα δημοσίευμα , που δεν μπορεί να διαφύγει της προσοχής . Ένας κάτοικος των Γαργαλιάνων περιγράφει τα παθήματα της οικογένειάς του , απευθυνόμενος στους βουλευτές της Μεσσηνίας .Το περιεχόμενο ανατριχιαστικό , ο δε τίτλος ερεθιστικός, για να προκαλέσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Στρατιωτικαί καταπιέσεις. Φοβερά πράγματα. Τι έκαμεν ένα απόσπασμα – Ούτε στρατός εχθρικός – Μεγαλειότατε , διαβάστε!
(Το Άστυ , αριθ.φυλ.1892 , 25 Φεβρουαρίου 1896 σελ. 2)
Σωτηρόπουλον , Ράλλην , Καραπάνον , Χατζόπουλον , Φιλάρετον , « Άστυ»
«Γαργαλιάνοι , 24 Φεβρουαρίου – Τηλεγραφικώς – την 25ην λήξαντος μηνός απόσπασμα ελληνικού στρατού εκ 16 ανδρών , έχον επικεφαλής τον λοχίαν των ευζώνων Μουρμούλην Αλέξανδρον και βοηθόν αστυνόμον Λιγουδίστης Τσανίκαν Νικόλαον , θέλον να εξαναγκάση τους γονείς μου , όπως παραδώσουν σ’ αυτόν τον φυγοδικούντα και αγνώστου διαμονής αδελφόν μου Γεώργιον εισέβαλε αγρίως εις την οικία μας , έθραυσε παν το προστυχόν αναποδογύρισε τις κλίνες και άπαντα τα έπιπλα , άνοιξε βιαίως τα φορτζέρια( μπαούλα) , αφαίρεσε πολυτελή κοσμήματα και χρήματα , προτροπή δε του αστυνόμου Τσακανίκα δια λέξεων :
– Τι καθόσαστε! Θέλω φωτιά , σφάξτε 14 όρνιθας , έριξε εις τας οδούς ένα σφαγμένο χοίρο οκάδες ογδόντα και είκοσι αλλάντας , επετέθη δια να φονεύση τους θηρευτικούς κύνας , εκρέμασε την γραία μητέρα μου επί κληματαριάς , εκτός της αυλής οικίας μας ύψους τριών μέτρων , συνέλεξεν άχυρα υπό τους πόδας και άναψε ταύτα όπως πυρπολήση αύτην , μικρού δειν γενομένη παρανάλωμα πυρός , αν μη συγκινούμενος υπό των γοερών φωνών της , εις οπλίτης απέσβεσε το αναφλεχθέν φουστάνιόν της , εκρέμασεν υπηρέτην μας Γεωργακόπουλο Γεώργιον , ύβρισε δεινότατα την τιμήν μητρός μου , επί τέσσαρας δε ημέρας διαμείναν εις την οικίαν μας , έθυσε και απώλεσε τα πάντα άδων εν κραιπάλη και πυροβολούν , αφού κατέσφαξε και έφαγεν εκατό έτι όρνιθας γειτονικάς. Η μήτηρ μου , κατωρθώσασα να δαφύγη νύκτωρ ημιθανής εις Γαργαλιάνους. Η μήτηρ και εγώ μετά του αδελφού μου εγκαταλείψαμεν το άσυλόν μας εις την διάκρισιν του αποσπάσματος , εζητήσαμεν δε την προστασίαν του εισαγγελέως Κυπαρισσίας , μεταβάντων γονέων μου επίτηδες αυτόσε και καταγγειλάντων προφορικώς και εγγράφως τας ανήκουστας και ατιμαζούσας την ελληνική πολιτείαν θηριωδίας των οργάνων εξουσίας , αλλά ο εισαγγελεύς Λυκουρέζος ουδέν ενήργησε , απείλησε δε γονείς μου , ότι θα πάθωσι χείρονα εάν μη τάχιστα παραδώσουν τον αδελφόν μου.
Απειλαί εισαγγελέως επαλήθευσαν. Μετά μίαν εβδομάδα επανελθόν το ίδιον απόσπασμα αποθηριώμενο ένεκα των καταγγελιών και επικεφαλής έχον τον αποσπασματάρχην Τριφυλίας υπολοχαγόν Κωνστ. Ιακώβου εισέβαλεν πάλιν αγρίως εις την οικίαν μας και συλλαβόν τους γονείς μου και εμέ αιχμαλώτους επί δεκατέσσερα ημερονύκτια ήδη μας κατετυράννει και εβασάνιζε με τα φρικωδέστερα των βασανιστηρίων , όχι μόνον κατακλείον μας εν αυτή υπό αυστηρότατον περιορισμόν και μη επιτρέπον ουδέ την ελευθέραν εκπλήρωσι των φυσικών αναγκών μας , αλλά και απάγον την νύκτα με εφ’ όπλου λόγχην τον πατέραν μου και εμέ ημίσειαν ώραν μακράν της πόλεως και δέρον μας ανηλεώς μέχρις αίματος και απογυμνούν ημάς και επιχειρούν κατάς τιμής μας πράγματα μη περιγραφόμενα.
Εις επίμετρον τούτων , ασφού κατώρθωσα να διαφύγω εγώ και μεταβώ χθες εις τον κ. εισαγγελέα Κυπαρισσίας , ζητήσω δε παρ’ αυτού βοήθειαν , έμαθον εν Φιλιατροίς , σήμερον επιστρέφων , ότι η οικογένειά μου υφίσταται μεγαλύτερα μαρτύρια και ο πατέρας μου εκοινώνησε χθες Αχράντων , αποθνήσκων εκ βιαιοπραγιών και κακώσεων αποσπάσματος και όμως δεν τολμώ να μεταβώ εις την οικίαν μου , όπως ίδω τον θνήσκοντα πατέρα μου. Ο εισαγγελεύς Λυκουρέζος υπεσχέθη ανάκρισιν αυστηράν των καταγγελθέντων και όμως διέταξεν ενέργειαν τοιούτων δια του ειρηνοδίκου παρόντος κατηγορουμένου αποσπάσματος και τρομοκρατούντος προς εμπαιγμόν θείων και ανθρωπίνων. Αναφέρω ταύτα υμίν και ερωτώ ζώμεν υπό Σύνταγμα και Νόμους και τι πρέπει πράξωμεν , να αυτοχειριασθώμεν υπ’ αίσχους δια ταύτην κατάστασιν ή να εγκληματήσωμεν αμυνόμενοι ; Ενεργήσατε ικετεύομεν δέοντα άλλως πράξωμεν αμφότερα εις τούτο μας φέρει η πλήρης απόγνωσίς μας . Ο εισαγγελεύς Κυπαρισσίας χθες μετέβη εις Λιγούδισταν δι’ ενέργεια ανακρίσεων».
Η κυβέρνηση του Θ. Δηλιγιάννη προτίθεται να επαναφέρει την αρμοδιότητα προστασίας και αστυνόμευσης στην Δημοτική Αστυνομία , που έχει καταργηθεί με τον ανωτέρω νόμο και την επομένη ακριβώς ημέρα , στην ίδια εφημερίδα « Το Άστυ» δημοσιεύεται ένα ομαδικό τηλεγράφημα , από τους Γαργαλιάνους , που υποστηρίζουν την μεταρρύθμιση του Τρικούπη. Ενδιαφέρον είναι , ότι των υπογραφών προηγούνται οι έμποροι , που ήταν και τα πρώτα θύματα των ληστών. Ανάμεσά τους και μεγάλοι υποστηρικτές του Θ. Δηλιγιάννη , όπως ο Αλ. Ντολιόπουλος που ήταν προσωπικός φίλος του , αλλά και των Νικολόπουλου και Καρυώτη.
Η στρατιωτική Αστυνομία .
Φωνή υπέρ αυτής .-Ν’ ανασυσταθή και το Αρχηγείον .
Το Άστυ , αριθ.φυλ.1893 , 26 Φεβρουαρίου 1896 σελ. 2
Γαργαλιάνοι , 25 Φεβρουαρίου . Τηλεγραφικώς .- Ανηνέχθημεν εις τον Βασιλέα και τον Πρόεδρον της Βουλής και καθικετεύομεν την Βουλήν μην τυχόν και επιψηφίση το υποβληθέν νομοσχέδιον περί καταργήσεως της στρατιωτικής αστυνομίας , επαναφέρουσα την επάρατον δημοτικήν εις αντικατάστασιν της σωτήρας στρατιωτικής , λίαν ευδοκιμησάσης και επαναγαγούσης την αείποτε διασαλευμένην τάξιν και ασφάλειαν ζωής , τιμής και περιουσίας . Εφ’ ω διατελεί και η ενταύθα κοινωνία τεταραγμένη και περίλυπος επί τη εισαγωγή τοιούτου νομοσχεδίου . Επί πλέον καθικευτεύοεμεν την επαναφοράν του Αρχηγείου της Χωροφυλακής , εξασφαλίζοντος τας πλήρεις ελευθερίας ενεργείας της στρατιωτικής αστυνομίας.
Ευπειθέστατοι συνάδελφοι
Νικολόπουλος έμπορος , Π. Φωτόπουλος , Κ. Γαϊτανάρος έμπορος , Α. Γρηγορόπουλος έμπορος , Αλ. Ντολιόπουλος έμπορος , Ρ. Κωστόπουλος έμπορος , Θ. Καρυώτης έμπορος , Α. Ρηγόπουλος έμπορος , Ι. Καρυώτης έμπορος , Κ. Κοντόπουλος κτηματίας , Ιω. Καραβογεώργης χρυσοχόος , Γ. Παναγόπουλος έμπορος , Β. Πίπολας σανδαλοποιός , Δ. Βαλσαμάκης σαράτσης(= σελοποιός, σαγματοποιός, σαμαράς) .
[ Έπονται και άλλαι υπέρ τας 600 υπογραφαί]
Το ανωτέρω δημοσίευμα καταδεικνύει το περιβάλλον ανασφάλειας που υπάρχει στην περιοχή των Γαργαλιάνων.
Τον Απρίλιο του 1896 ακόμα δεν έχει επιλυθεί το πρόβλημα. Ο δημοσιογράφος ,εκ Γαργαλιάνων « Πυλαρεύς», επανέρχεται επί του θέματος . «Κορδόνι» ήταν το έμβλημα του «Εθνικού κόμματος» του Θ. Δηλιγιάννη
Νέα των Γαργαλιάνων .
Η στρατιωτική αστυνομία και η δημοτική – Ο Βασιλεύς .
Το Άστυ , αριθ.φυλ.1959 30 Απριλίου 1896 σελ. 2
«Άπας ο λαός των Γαργαλιάνων διατελεί καθ’ αυτάς εν ανησυχία μεγίστη , παρακολουθών τα γραφόμενα καθ’ εκάστην περί της τύχης της στρατιωτικής αστυνομίας παρά τω βασιλεί και της κυρώσεως ή μη του παραδόξου τούτου πάλιν μαγειρεύματος του κ. Δηλιγιάννη όπερ ούτος συνεπής εις τας υποσχέσεις του , υποβάλλει υπό τύπον νόμου.
Ο Βασιλεύς , κατιδών πλέον τας αρετάς και τας ελλείψεις αμφοτέρων των θεσμών , είναι εις θέσιν , νομίζομεν , ήδη να γνωρίζη την αδιαφιλονίκητον υπεροχήν της στρατιωτικής αστυνομίας και δεν δυνάμεθα να πιστεύσωμεν τόσον ευκόλως ποτέ , ότι εκείνο το οποίον άλλως τε αυτός ούτος την προτεραίαν έθετο νόμον του Κράτους , δια της ιδίας του υπογραφής σήμερον θέλει επισπεύσει να καταργήση υπείκων εις εν κέλευσμα πρωθυπουργικόν . Ειλικρινώς ειπείν , δεν δυνάμεθα να πιστεύσωμεν ποτέ , ότι ο Βασιλεύς μας θέλει είσθαι τόσον αψίκορος και ευμετάβολος πολύ.
Τον θεσμόν τούτον της στρατιωτικής αστυνομίας , ότε ο άρτι μεταστάς έξοχος πολιτευτής (σ.σ. Χαρίλαος Τρικούπης) εισήγεν εν τη Βουλή , εχαιρέτισαν πάντες ανεξαρτήτως οι εξοχώτεροι των παρ’ ημίν κοινοβουλευτικών ανδρών και τάχιστα εκ των πρώτων ημερών της εφαρμογής αυτού αποτελέσματα και ανωμολογήθη υφ’ όλων των εχόντων πείραν και δυναμένων να κρίνουν αφατριάστως , ότι ο θεσμός ούτος όχι μόνον επέτυχε και επεβλήθη εις την κοινήν εκτίμησιν , αλλά και πλείστας προσεκόμισεν ημίν και επεφύλλασεν ευεργεσίας. Εν βλέμμα αναδρομικόν ανά τας ημέρας της επαράτου δημοτικής , ανά την βασιλείαν εκείνην της εγκληματικότητος , πείθει πάντα εχεφρονούντα άνθρωπον περί όλων τούτων .
Εις τας επαρχίας ο θεσμός ούτος έφερε θριάμβους. Ουδέν τούτου αληθέστερον . Άνθρωποι έως χθες εγκληματικοί , κακοποιοί και κλέπται , δια της νέας αστυνομίας παραδόξως ήδη μετεβλήθησαν εις πολίτας φιλησύχους , εις ανθρώπους εργατικούς και φιλονόμους και παν ελατήριον παρανομίας εθραύσθη.
Την κατάργησιν όθεν της στρατιωτικής αστυνομίας ουδείς λόγος επιβάλλει δικαιολογητικός , λόγος σπουδαίος και αποχρών , τουναντίον καταργουμένη αύτη – ας το είπωμεν και ημείς δια μίαν ακόμα φοράν – θα επιφέρη τραύμα δεινόν κατά της δημόσιας ασφάλειας της χώρας και θα δώση το σύνθημα να θριαμβεύσουν και αύθις λυσσωδώς τα φαύλα της φατρίας πάθη. Ανώτατον άρχοντα υψούμεν φωνήν ικέτιδα και ελπίζομεν ότι κατά τας χαλεπάς ταύτας εθνικάς στιγμάς , όχι μόνον θα διατηρήση αύτην εναντίον των απαιτήσεων του κορδονίου και του γεροντικού πείσματος ενός πρωθυπουργού , αλλά και το αρχηγείον θέλει φροντίσει ουδέν ήττον να επαναφέρη και παν ό,τι άλλο ήθελε συμβάλλει προς περισσοτέραν ανεξαρτησίαν του θεσμού τούτου, διδάσκων άπαξ δια παντός τον κορδονάρχην , ότι δεν είναι ελεύθερος να ιθύνη τας τύχας του έθνους απολύτως αλλά και αστόργως κυβερνών ούτω και βασιλεύων ενταυτώ , ότι δ’ αν εκείνος εξυπηρετή κόμμα και συμφέροντα ατομικά , ο Βασιλεύς όμως ευτυχώς , ιστάμενος υπεράνω του πρωθυπουργού φιλόπατρις , επαγρυπνεί ενδιαφερόμενος εξ ίσου δια πάντα υπήκοον του κορδονοδέτου η μη και την κατάργησιν της στρατιωτικής αστυνομίας δεν θέλει την υπογράψει!»
Πυλαρεύς