Τα τομεακά προγράμματα ελαιολάδου στην Ελλάδα μετράνε πάνω από 20 χρόνια εμπειρίας, με το πρώτο πρόγραμμα να υλοποιείται το 2003. Παρά τη μακρόχρονη εφαρμογή τους που θα έπρεπε να συνεπάγεται αντίστοιχη διαχειριστική και διοικητική εμπειρία από πλευράς των υπηρεσιακών φορέων εφαρμογής, καμία περίοδος δεν έχει υπάρξει χειρότερη από την τρέχουσα, όπου σημειώθηκε σωρεία παρατυπιών και πασαλειμμάτων υπό την ασφυκτική πίεση χρόνου και το πρόσχημα της μη απώλειας πόρων. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Η αρχή του κακού έχει τη ρίζα της στο Στρατηγικό Σχέδιο της νέας ΚΑΠ 2023-2027. Χωρίς να είναι γνωστό πώς, πότε και κυρίως από ποιούς, ως προϋπόθεση για τις Οργανώσεις που υποβάλλουν αίτηση στήριξης στο τομεακό πρόγραμμα ορίστηκε ο κύκλος εργασιών των 800.000€, ποσό αφύσικα υψηλό σε σχέση με τις τιμές ελαιολάδου που επικρατούσαν το έτος έγκρισης του Στρατηγικού Σχεδίου. Εξίσου αφύσικη ήταν η προσθήκη του ελάχιστου κύκλου εργασιών σε ένα ευρωπαϊκό κείμενο Στρατηγικής όταν είναι γνωστό ότι τέτοιες προϋποθέσεις ορίζονται σε εθνικό επίπεδο, ακριβώς για να αποφεύγεται μια περίπλοκη διαδικασία ευρωπαϊκής έγκρισης. Το γεγονός ότι το ποσό των 800.000€ δεν προέκυψε ως αποτέλεσμα κάποιας επίσημης διαβούλευσης ή ακόμα και μελέτης, δημιουργεί υποψίες ότι προστέθηκε τεχνηέντως από λίγες και συγκεκριμένες Οργανώσεις ελαιολάδου που επιθυμούσαν περισσότερη «πίτα» από τα προγράμματα των ΟΕΦ.
Με τη δημοσιοποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου άρχισε να γίνεται γνωστό σε όλο και περισσότερους ενδιαφερόμενους ότι το ποσό αυτό θα δημιουργούσε μόνο προβλήματα, αλλά ήταν πλέον αργά. Άπαξ και εγκριθεί το Στρατηγικό Σχέδιο μιας χώρας, οποιαδήποτε αλλαγή – έστω και μικρή – απαιτεί μια πολύπλοκη διαδικασία που διαρκεί σχεδόν 1 έτος. Αποτέλεσμα της αστοχίας και της οργής που προκάλεσε η δημοσιοποίηση του όρου αυτού ήταν να ζητήσει επισήμως η Ελλάδα την απάλειψη του ποσού που η ίδια είχε προτείνει λίγους μήνες νωρίτερα! Όπως ήταν φυσικό το πισωγύρισμα αυτό προκάλεσε μια χρονοβόρα διαδικασία που διήρκησε όλο το 2023 και στην οποία όχι μόνο χάθηκε το 2023 ως έτος υλοποίησης αλλά και 4,85εκ. € που προβλέπονταν για το τομεακό πρόγραμμα, για τα οποία την αποκλειστική ευθύνη φέρει το ΥΠΑΑΤ.
Αλλά δεν ήταν η μόνη ζημιά – με την απώλεια του 2023 χάθηκε και η δυνατότητα από τις Οργανώσεις ελαιολάδου να διεκδικήσουν το 30% του κύκλου εργασιών τους ως αξία επιδότησης, με αποτέλεσμα να εγκριθούν τελικά για μικρότερα προγράμματα. Το τελευταίο μοιάζει λεπτομέρεια αλλά καθώς τα ποσοστά ενισχύσεων βαίνουν κάθε χρόνο μειούμενα η απώλεια του 2023 με το μοναδικά υψηλό ποσοστό ενίσχυσης είχε μεγάλο ειδικό βάρος που δεν πρόκειται να επαναληφθεί τα επόμενα έτη, όπου το ποσοστό ενίσχυσης πέφτει στο 10%.
Αν το 2024 είχε ξεκινήσει ομαλά τίποτα από τα παραπάνω δεν θα είχε μεγάλη σημασία. Όμως φαίνεται ότι η ασυνεννοησία μεταξύ των αρμόδιων αρχών είχε τραγικά αποτελέσματα στην τελική τροποποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου. Γιατί μπορεί μεν να αφαιρέθηκε ο περιοριστικός όρος των 800.000€ αλλά δεν εξαλείφθηκε η απαίτηση των προγραμμάτων εργασίας να έχουν ελάχιστο προϋπολογισμό 500.000€. Αυτό σήμαινε ότι ο κύκλος εργασιών των Οργανώσεων Παραγωγών έπρεπε να είναι τουλάχιστον 714.000€ – οπότε το πρόγραμμα των ΟΕΦ κατέληξε πάλι στο ίδιο σημείο που ξεκίνησε το 2023, έχοντας εντωμεταξύ χάσει 4,85εκ. €!
Η νέα δυσφορία προκάλεσε και πάλι καθυστερήσεις και γκρίνια. Μέχρι να δημοσιευθεί το κείμενο της Υπουργικής Απόφασης φτάσαμε στον Ιούλιο του 2024 με βασική οδηγία από το ΥΠΑΑΤ το «τρέχετε να προλάβουμε», μεταθέτοντας την ευθύνη (και φυσικά το τρέξιμο) στις ενδιαφερόμενες Οργανώσεις Παραγωγών. Η πίεση χρόνου έφερε μια σειρά από παρατράγουδα και παρατυπίες, πρωτοφανείς για προγράμματα ΟΕΦ:
- Η πρόσκληση ανακοινώνεται στις 15.07 με καταληκτική ημερομηνία την 30.07! Για την προετοιμασία δηλαδή ενός απαιτητικού επιχειρησιακού προγράμματος, που περιλαμβάνει την καταγραφή αναγκών από τους παραγωγούς, προσφορών, δικαιολογητικών, εγγυητικών από την τράπεζα κλπ. δόθηκε περιθώριο μόλις 15 ημερών – και μάλιστα εν μέσω καλοκαιριού – όταν για πολύ μικρότερα σχέδια βελτίωσης το αντίστοιχο διάστημα ξεπέρασε τους 2 μήνες! Περιττό να αναφερθεί ότι κανένας σοβαρός σχεδιασμός δεν μπορούσε να γίνει με τη λύση που επιλέχθηκε να είναι η κατάθεση πανομοιότυπων επιχειρησιακών προγραμμάτων σε ΟΕΦ με τελείως διαφορετικές ανάγκες.
- Η αξιολόγηση των αιτήσεων έγινε χωρίς γραπτές οδηγίες ή οδηγό αξιολόγησης και επί της ουσίας τα αποτελέσματα διαφοροποιούνταν ανάλογα με τον αξιολογητή! Ενδεικτικό της ασυνεννοησίας και της προχειρότητας ήταν ότι δύο μέλη από τις επιτροπές αξιολόγησης παραιτήθηκαν/άλλαξαν εν μέσω της διαδικασίας. Σε οργανώσεις εγκρίνονταν δαπάνες που ίδιες σε άλλη οργάνωση απορρίπτονταν. Η αιτιολόγηση για τις περικοπές ήταν ολιγόλογη και ασαφής. Δαπάνες που εγκρίνονταν στην αιτιολόγηση εμφανίζονταν κομμένες στον προϋπολογισμό του προγράμματος και αντίστροφα. Ειδικά η αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων των φορέων που συμμετείχαν ήταν αόριστη και γενική καθώς φαίνεται ότι Οργανώσεις που δεν είχαν καμιά φερεγγυότητα ούτε τρόπο κάλυψης της ιδίας συμμετοχής τους τελικά εγκρίθηκαν!
- Το σημαντικότερο δε αγκάθι της διαδικασίας, που συνιστά όχι μόνο παράβαση σε σχέση με τις απαιτήσεις που ορίζουν οι Κοινοτικοί Κανονισμοί αλλά και κατάφωρη αδικία για πολλές Οργανώσεις Παραγωγών, ήταν ότι το ποσό της ενίσχυσης καθορίστηκε όχι με βάση την αξία της παραγωγής που εμπορεύεται μια οργάνωση παραγωγών αλλά με βάση την αξία που εμπορεύονται τα μέλη της. Ο βασικός λόγος που θεσπίζονται τα τομεακά προγράμματα είναι για να επιδοτούνται οι δράσεις τους και να ενδυναμώνεται η θέση των Οργανώσεων Παραγωγών με βάση τον κύκλο εργασιών που καταφέρνουν να συγκεντρώνουν και να εμπορεύονται στην αγορά. Τα τομεακά προγράμματα των οπωροκηπευτικών βασίζονται σε αυτή ακριβώς την αρχή επιβράβευσης και για αυτό και χαρακτηρίζονται τόσο πετυχημένα. Αν τα επιχειρησιακά προγράμματα των ΟΕΦ βασίζονται στις πωλήσεις των μελών τους ποιος ο λόγος ύπαρξης των Οργανώσεων Παραγωγών και γιατί να τους επιχορηγείται το πρόγραμμα;
- Για τις Οργανώσεις που απορρίφθηκε το επιχειρησιακό τους πρόγραμμα δεν εκδόθηκαν ποτέ διοικητικές πράξεις απόρριψης, όπως προβλέπεται από το θεσμικό πλαίσιο. Επί της ουσίας τα προγράμματα που απορρίφθηκαν δεν είχαν σαφή αιτιολογία με αποτέλεσμα οι ενδιαφερόμενοι να μην γνωρίζουν τον ακριβή λόγο απόρριψης, μια σοβαρότατη παρατυπία της διαδικασίας.
- Το περιθώριο ενστάσεων που δόθηκε ήταν κυριολεκτικά εντός ενός σαββατοκύριακου, ενώ το διάστημα των τριών ημερών για την αξιολόγησή τους σήμαινε ότι πρακτικά δεν ήταν δυνατό να γίνει αξιολόγηση. Η διαδικασία ήταν τυπική, γιατί προβλέπεται από το θεσμικό πλαίσιο να υπάρχει, αλλά δεν υπήρχε καμιά αναφορά στην αξιολόγηση των ενστάσεων ούτε δημοσιεύτηκε κάποια απόφαση για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης. Όπου έγινε, έγινε εν κρυπτώ και για συγκεκριμένα προγράμματα. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής αντικαταστάθηκε και η προϊσταμένη του τμήματος Ελαίας από την επιτροπή αξιολόγησης και, ως φαίνεται μετακινήθηκε εν τέλει και σε τελείως διαφορετικό αντικείμενο!
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας η γεωγραφική κατανομή των αποτελεσμάτων μοιάζει περίεργη. Μόνο η Λακωνία με μόλις 17 Οργανώσεις Παραγωγών συγκεντρώνει το 40,3% του συνολικού προϋπολογισμού των προγραμμάτων όταν το δεύτερο στη σειρά Ηράκλειο, με 12 Οργανώσεις Παραγωγών, απορροφά μόλις το 14,6%. Τα στοιχεία αυτά δεν συνάδουν ούτε με την παραγωγή ελαιολάδου της περιόδου αναφοράς (αφού για την περίοδο 2022-2023 η Λακωνία δεν είχε το 40,3% της παραγόμενης ποσότητας ελαιολάδου στην Ελλάδα) ούτε και η παραγωγή της έχει ξεπεράσει ποτέ κατά 3 φορές αυτής του Ηρακλείου.
Στο σημείο που έχουμε φτάσει οι Οργανώσεις τρέχουν να προλάβουν την υλοποίηση του 1ου έτους και να υλοποιήσουν φυσικό και οικονομικό αντικείμενο μέχρι… το τέλος Δεκεμβρίου. Ο στόχος είναι ανέφικτος αλλά κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τις Οργανώσεις για αυτό. Άλλωστε στη χώρα όπου σημασία έχει η απορρόφηση και όχι η αποτελεσματικότητα των έργων η προστιθέμενη αξία των τομεακών προγραμμάτων ελαιολάδου ήταν σταθερά χαμηλή. Φαίνεται ότι η τρέχουσα τετραετία δεν θα αποτελέσει εξαίρεση.